Ενδυματική ηθική Δημοσιεύτηκε σε: Προτάσεις

Κάποτε τα ρούχα ήταν ακριβά. Πάρα πολύ ακριβά. Για την ύφανση ενός μόλις μέτρου μάλλινου υφάσματος, απαιτούνταν δεκάδες ώρες χειρωνακτικής εργασίας. Για να πάρεις την πρώτη ύλη, έπρεπε να κουρέψεις τα πρόβατα, να πλύνεις το μαλλί, να το στεγνώσεις, να το κάνεις κλωστή, να το βάλεις στον αργαλειό και να κοπιάσεις για ώρες μέχρι να πάρεις το επιθυμητό ύφασμα. Κατόπιν, αυτό το ύφασμα έπρεπε να πάει σε έναν ράφτη και εκείνος με τη σειρά του να το μεταμορφώσει σε κάτι που να μπορεί να φορεθεί. Πολλά ρούχα είχαν μόνο οι προνομιούχοι αριστοκράτες, οι φτωχοί αγρότες φορούσαν ό,τι έβρισκαν.

Όλα αυτά άλλαξαν σχετικά πρόσφατα. Στην αρχή με τη βιομηχανική επανάσταση (1760-1860), κατά την οποία θηριώδεις υφαντουργίες αντικατέστησαν τη χειρωνακτική εργασία στον αργαλειό και η παραγωγή υφασμάτων απλοποιήθηκε -φυσικά ακόμη χρειαζόταν ο ράφτης και η μοδίστρα για να προκύψει το τελικό προϊόν. Τα ρούχα εξακολουθούσαν να είναι ακριβά, και η απόκτηση ενός καινούργιου κοστουμιού ήταν σοβαρή επένδυση, η οποία απαιτούσε αποταμίευση και ενδελεχή έρευνα. Την τυπική γκαρνταρόμπα ενός τραπεζικού υπαλλήλου, τη δεκαετία του 1950 ας πούμε, αποτελούσαν 3-4 κοστούμια (ένα εξ αυτών το «καλό» για γάμους και κηδείες), μερικά πουκάμισα και ίσως, δύο ζευγάρια υποδήματα. Όποιος είχε δέκα κοστούμια, ήταν… βιομήχανος ή εφοπλιστής.

Μερικές δεκαετίες αργότερα, με τη δημιουργία των συνθετικών ινών και την παγκοσμιοποίηση, η κατάσταση άλλαξε άρδην. Η χρήση του πολυεστέρα και οι μισθοί πείνας που κυριαρχούν έως σήμερα σε ασιατικές χώρες, μετέφεραν το κύριο μέρος της παραγωγής υφασμάτων και της κατασκευής ρούχων στο συγκεκριμένο σημείο του πλανήτη. Πλέον, το συντριπτικό ποσοστό των ενδυμάτων που κυκλοφορούν προέρχονται από την Κίνα, την Ινδία, το Μπαγκλαντές, κλπ. Οι ράφτες και οι μοδίστρες άρχισαν να εξαφανίζονται, με τα μεγάλα εργοστάσια μαζικής παραγωγής να καταλαμβάνουν τη θέση τους. Ξαφνικά, για πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας, η απόκτηση ενός ρούχου έγινε κυριολεκτικά παιχνιδάκι. Από βασική ανάγκη, μετατράπηκε σε διασκέδαση. Από σοβαρή επένδυση, μεταλλάχθηκε σε εφήμερη μόδα. Για πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας, δεν ξέρουμε το όνομα του τεχνίτη που έφτιαξε τα ρούχα μας.

Στην εποχή μας, ευτυχώς, βλέπουμε μια στροφή από εκατομμύρια ανθρώπους. Ολοένα και περισσότεροι προχωρούν σε πιο συνειδητές επιλογές: Αναζητούν καλύτερη ποιότητα στη διατροφή τους. Προσέχουν πράγματα όπως η προέλευση των προϊόντων, η σύστασή τους, η διατροφική τους αξία, οι συνθήκες κάτω από τις οποίες παράχθηκαν, τόσο σε σχέση με τους εργαζομένους, όσο και με το περιβάλλον. Ολοένα και περισσότεροι θέλουν να ξέρουν τι βάζουν στον οργανισμό τους και τι επιπτώσεις έχουν οι επιλογές τους. Και πολύ καλά κάνουν. Για την ώρα, ωστόσο, δεν υπάρχει ο ανάλογος προβληματισμός για το τι βάζουν πάνω στο σώμα τους. Μπορεί κάποιος να γνωρίζει το όνομα του πτηνοτρόφου τα αυγά του οποίου απολαμβάνει, αλλά πολύ συχνά δεν έχει την παραμικρή ιδέα για το ποιος έφτιαξε, από τι υλικά, σε ποια χώρα και υπό ποιες συνθήκες το παντελόνι που φοράει. Οι εξαιρετικά χαμηλές τιμές που προσφέρουν οι γιγαντιαίες πολυεθνικές εταιρείες της μαζικής και γρήγορης μόδας (o όμιλος Inditex ο οποίος περιλαμβάνει τις εταιρείες Zara, Zara Home, Massimo Dutii, Bershka, Oysho, Pull&Bear, Stradivarius και Uterqüe είναι ο μεγαλύτερος στον κόσμο) έχουν προσδώσει στο ρούχο ευτελείς ιδιότητες.
Πλέον το ρούχο, στα μάτια των περισσότερων, έχει αλλάξει. Από επένδυση έχει γίνει κάτι φτηνό και αναλώσιμο, έχει γίνει κατανάλωση. Σύμφωνα με έρευνα που διενεργήθηκε στη Βρετανία, μια γυναίκα φοράει ένα καινούργιο ρούχο μόλις επτά (αριθμ. 7) φορές, κατά μέσο όρο. Επτά! Μετά αυτό καταλήγει στο βάθος της ντουλάπας, κατόπιν στα σκουπίδια και από εκεί τα μικροπλαστικά, από τα οποία είναι φτιαγμένο, καταλήγουν στη θάλασσα. Περισσότερα για αυτό μπορείτε να διαβάσετε εδώ.

Σήμερα, οι Αμερικανοί αγοράζουν πενταπλάσια ενδύματα από ό,τι τη δεκαετία του 1980, ξοδεύοντας μάλιστα συνολικά λιγότερα χρήματα. Την ίδια ώρα, κάθε χρόνο κατασκευάζονται 80 δισεκατομμύρια ενδύματα -μια άνοδος σε ποσοστό 400%, σε σχέση με 20 χρόνια πριν. Περισσότερα στοιχεία για αυτό το θέμα μπορείτε να βρείτε εδώ: https://www.sustainyourstyle.org/ και εδώ: https://www.fashionrevolution.org/
Η γρήγορη μόδα (τα Zara έχουν τη δυνατότητα να αλλάξουν το σύνολο των ενδυμάτων που προσφέρουν μέσα σε 15 μέρες), τα φτηνά υλικά, το αστείο κόστος παραγωγής (οι μισθοί πείνας, υπό τερατώδεις συνθήκες εργασίας δηλαδή), σε συνδυασμό με τη συνέργεια διαφημιστικών/μέσων ενημέρωσης/influencers, έχουν κάνει τα ρούχα πιο φτηνά και συνάμα πιο ποθητά από ποτέ. Ταυτόχρονα, τα έχουν κάνει πιο ευτελή από ποτέ. Φτιαγμένα κυριολεκτικά για να χαλάνε και να πετιούνται, ώστε να αντικατασταθούν άμεσα με κάτι καινούργιο, πιο φρέσκο, πιο μοδάτο, πιο πλαστικό και απρόσωπο.

Ο άλλος δρόμος

Πριν μερικές ημέρες συνειδητοποίησα κάτι το οποίο με έκανε να χαμογελάσω και να αισθανθώ εξαιρετικά ευχάριστα. Εκείνη την ημέρα έτυχε να φοράω:

Παπούτσια που μου έχει φτιάξει ο Νεκτάριος.

Κάλτσες από τη βιοτεχνία του Μάριου.

Παντελόνι που μου έχει ράψει ο Καριοφύλλης.

Πουκάμισο από τα χέρια του Γιάννη.

Μαντιλάκι από τον Νίκο.

Χειροποίητη γραβάτα από τον Γιώργο.

Σακάκι από τη βελόνα του Αντρέα.

Φτιαγμένο από ύφασμα που πήρα από τον Τάκη.

Ήξερα προσωπικά τον άνθρωπο, πίσω από κάθε στοιχείο της εμφάνισής μου. Τα χρήματά μου πήγαν σε ανθρώπους που προσπαθούν να επιβιώσουν -όπως και εγώ- σε αυτή τη χώρα, οι οποίοι με τη σειρά τους θα δώσουν αυτά τα χρήματα για να πάρουν ψωμί από τον φούρνο της γειτονιάς τους και φρούτα από τη λαϊκή.

Ο κάθε ράφτης καθορίζει την αμοιβή του. Τίμια. Ξέρεις ποιον πληρώνεις και ότι τα λεφτά σου ο ράφτης θα τα χρησιμοποιήσει για να συντηρήσει τη δουλειά και την οικογένειά του. Στη φωτογραφία ο Ανδρέας Νεδέλκος

Μπορεί να μου κόστισαν ακριβότερα από το να τα αγόραζα στα Zara, αλλά:

• Είναι στα μέτρα μου, φτιαγμένα για το σώμα μου από ανθρώπους με μεράκι για την τέχνη τους.

• Είναι κλασικά και δεν πρόκειται ποτέ να «φύγουν από τη μόδα», αναγκάζοντάς με να αποκτήσω καινούργια.

• Είναι από ποιοτικά υλικά, φτιαγμένα να αντέξουν για χρόνια -κάποια δεκαετίες ολόκληρες.

• Είναι -τελικά- φτηνότερα από τα αντίστοιχα της fast fashion, ακριβώς για τον άνωθεν λόγο.

• Είναι φτιαγμένα από φυσικά υλικά, τα οποία δεν επιβαρύνουν τον ήδη ταλανιζόμενο πλανήτη και κατ’ επέκταση τον δικό μου οργανισμό.

• Είναι φτιαγμένα από επαγγελματίες τεχνίτες που πληρώθηκαν για τη δουλειά τους, όπως οι ίδιοι την κοστολογούν, όχι από παιδιά ή άλλα θύματα εργασιακής εκμετάλλευσης σε κάποιο εργοστάσιο του Μπαγκλαντές.

• Δεν έχουν ταξιδέψει τον μισό πλανήτη για να έρθουν εδώ. Με εξαίρεση κάποια υφάσματα που ήρθαν από τη γειτονική Ιταλία, και αν αφαιρέσουμε τη βενζίνη που έκαψε το σκουτεράκι μου, για τη δημιουργία τους, εκλύθηκαν ελάχιστοι ρύποι.

Εν τέλει, φίλε αναγνώστη, είναι πιο ηθικά. Κατά την ταπεινή μου άποψη, τουλάχιστον.

Η προσωπική επαφή που έχεις με τους ανθρώπους που φτιάχνουν τα ρούχα σου μπορεί να εξελιχθεί σε σχέση ζωής. Στη φωτογραφία ο γράφων με τους αδερφούς Νυφλή του οίκου Χριστάκης

Κλείνοντας αυτό το κείμενο θέλω να τονίσω ότι το bespoke προφανώς δεν είναι ο μόνος δρόμος για μια πιο ηθική ένδυση. Υπάρχει πάντα η λύση των second hand καταστημάτων, όπου μπορεί κάποιος να βρει πραγματικά διαμάντια σε εξαιρετικά χαμηλές τιμές, χαρίζοντας έτσι μια δεύτερη ζωή σε υψηλής ποιότητας ενδύματα που αλλιώς θα κατέληγαν στα σκουπίδια. Επίσης, υπάρχουν και εταιρείες που σέβονται τους εργαζομένους τους και τους πελάτες τους, προσφέροντας υποδήματα και ενδύματα καθόλα ηθικά.

« Το μυστικό της Βαρβακείου
Στα ενδότερα ενός σακακιού »