Η ιστορία της ανθρώπινης εφευρετικότητας είναι, εν μέρει, μια ιστορία τεμπελιάς. Ένας ύμνος στη ραθυμία. Εφευρίσκουμε συνεχώς τρόπους για να μην κουραζόμαστε. Χρησιμοποιούμε το συγκριτικό πλεονέκτημά μας σε σχέση με τους υπόλοιπους έμβιους οργανισμούς του πλανήτη, το μυαλό μας, ώστε να μην ταλαιπωρούμε το σώμα μας. Αυτή η ροπή του ανθρώπου στην τεμπελιά ευθύνεται και για τη μεγάλη επιτυχία των loafers. Καθώς δεν έχουν κορδόνια (έχουν την κακή συνήθεια να απαιτούν να τα δένουμε και να τα λύνουμε, τα σκασμένα τα κορδόνια), μας αφαιρούν μια υποχρέωση μέσα σε μια πολυάσχολη ημέρα. Τα loafers δεν χρειάζονται κορδόνια. Και αυτό τους το χαρακτηριστικό προσφέρει μια ευκολία που πολλοί βρίσκουν εξόχως πρακτική.
Παλαιότερα, αποκαλούσαμε όλα τα loafers συλλήβδην «παντοφλέ». Ωστόσο, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά, φίλτατε αναγνώστη. Βλέπεις, δεν υπάρχει μόνο ένας τύπος loafer για να πετάς ένα «παντοφλέ» και να πεις πως… καθάρισες. Υπάρχουν πολλοί. Σε αυτό το κείμενο θα τους καταγράψουμε και θα αναφέρουμε τα ειδοποιά τους στοιχεία.
Αφού πρώτα σημειώσουμε, για την ιστορία, ότι τα loafers γεννήθηκαν το 1926 στην Αγγλία από τον υποδηματοποιό Raymond Lewis Wildsmith κατ’ εντολή του βασιλέα Γεωργίου ΣΤ’, ο οποίος αναζητούσε ένα πιο άνετο παπούτσι για μέσα στο σπίτι, ας περάσουμε τάχιστα στους διάφορους τύπους τους.
Penny loafers
Ο πιο δημοφιλής τύπος του εν λόγω υποδήματος. Δημιουργήθηκε το 1936. Ο G.H. Bass σχεδίασε αυτό το «χαλαρό» παπούτσι με μια οριζόντια λωρίδα δέρματος από πάνω ή οποία ονομάζεται «σέλα» και διαθέτει ένα μικρό άνοιγμα στο κέντρο της. Τα casual αυτά υποδήματα κέντρισαν αυτομάτως το ενδιαφέρον της σπουδάζουσας νεολαίας της εποχής, η οποία τα ενέταξε στο preppy style (ελληνιστί κολεγιακό), τον ενδυματολογικό κώδικα των φοιτητών δηλαδή. Οι φοιτητές έδωσαν και το όνομα που ακολουθεί αυτά τα παπούτσια μέχρι σήμερα. Συνήθιζαν να τοποθετούν ένα νόμισμα του ενός σεντ (penny) στο άνοιγμα της σέλας που προαναφέραμε, ώστε να θυμούνται ότι πρέπει να πάρουν (ενίοτε) τηλέφωνο τους γονείς τους και έτσι τα απλά loafers έγιναν penny loafers. Η επιτυχημένη πορεία των penny loafers συνεχίζεται μέχρι τις ημέρες μας και τίποτα δεν φαίνεται να τη σταματά. Ειδικά σε σουέτ δέρμα, είναι ένα εξαιρετικά χρήσιμο και ευέλικτο καλοκαιρινό παπούτσι που μπορεί να φορεθεί στις περισσότερες περιστάσεις, πλην των επισήμων.
Kilted loafers
O συγκεκριμένος τύπος loafers κατάγεται από τη Σκωτία και ονοματοδοτείται από το παραδοσιακό ένδυμα της χώρας: το κιλτ. Όπως φαίνεται και στη φωτογραφία, όντως, τα υποδήματα αυτά είναι σαν να φορούν κιλτ. Αναμφίβολα, πρόκειται για ένα ιδιαίτερο σχέδιο, το οποίο σίγουρα δεν αρέσει σε όλους. Τα kilted loafers (kilties για τους φίλους) γεννήθηκαν περί το 1950 και απέκτησαν μεγάλη δημοφιλία ανάμεσα στους παίκτες του γκολφ αλλά και στους Mods, το νεολαιίστικο κίνημα που κυριάρχησε τη δεκαετία του ‘60 στη Βρετανία. Στις ημέρες μας, οι πωλήσεις τους έχουν υποχωρήσει.
Horsebit loafers
Δημιουργία του ιταλικού οίκου Gucci το 1953, το εν λόγω loafer έγινε φετίχ και σύμβολο κοινωνικής θέσης στις ΗΠΑ για δεκαετίες. Κατάλληλο να φορεθεί με κοστούμι, το -συνήθως- μαύρο αυτό υπόδημα με το χαρακτηριστικό μεταλλικό διακοσμητικό που θυμίζει χαλινάρι αλόγου (εξ ου και το όνομα) ήταν επί έτη το αγαπημένο των χρηματιστών της Wall Street. Η Gucci δεν διέκοψε ποτέ την παραγωγή του συγκεκριμένου μοντέλου, ανανεώνοντας κάθε χρόνο τη συλλογή της με κομμάτια φτιαγμένα από εξωτικά δέρματα και πολύτιμα μέταλλα. Καθώς τα αυθεντικά μπορούν να είναι λίγο... τσιμπημένα (υπερτιμημένα, σύμφωνα με μερικούς, με τους οποίους δεν διαφωνώ), η εμπορική επιτυχία του μοντέλου οδήγησε πολλούς κατασκευαστές στο να αντιγράψουν το σχέδιο.
Belgian loafers
Κάποιοι υποστηρίζουν ότι είναι το πιο κομψό μέλος της οικογένειας των loafers, και ο γράφων συμφωνεί μαζί τους. Ήταν το μακρινό 1954 όταν ο Henri Bendel παρουσίασε τον συγκεκριμένο τύπο υποδήματος, ο οποίος λατρεύτηκε σχεδόν αυτόματα από την αριστοκρατία της Ευρώπης και τους μεγιστάνες των ΗΠΑ. Η λιτή γραμμή, το χαρακτηριστικό τους φιογκάκι και το εκλεπτυσμένο, χωρίς φανφάρες, σχέδιό τους, τα κάνει συμβατά για να συνοδεύσουν επαγγελματικά κοστούμια, ακόμη και εμφανίσεις black tie -εφόσον είναι σε μαύρο χρώμα, φυσικά. Λέγεται ότι ο μέγας χρηματιστής και απατεώνας, ο διαβόητος Bernie Madoff, είχε πάνω από 300 ζευγάρια στη συλλογή του.
Tassel loafers
Αποτέλεσμα της συνεργασίας δυο θρυλικών εταιρειών των ΗΠΑ, της Brooks Brothers και της Alden, τα tassel loafers πρωτοεμφανιστήκαν το 1957. Σήμα κατατεθέν τους, οι φουντίτσες στις οποίες καταλήγουν οι λεπτές δερμάτινες λωρίδες που αγκαλιάζουν τα παπούτσια. Η γέννησή τους προήλθε από μια ιδέα που είχε ο ηθοποιός Paul Lukas: είδε αυτές τις φουντίτσες στα κορδόνια ενός ζευγαριού oxfords, του άρεσαν και αποφάσισε να τις προσθέσει σε ένα ζευγάρι loafers. Casual υποδήματα, ξεκάθαρα. Ταιριάζουν σε πιο χαλαρές και παιχνιδιάρικες εμφανίσεις. Οι φουντίτσες δεν επιτρέπουν καμία αμφιβολία επί τούτου.
Kiltie tassel loafers
Πρόκειται, ουσιαστικά, για ένα υβρίδιο δυο εκ των προαναφερθέντων τύπων, μια μίξη kilted και tassel loafers. Δηλαδή, ένα υπόδημα που φέρει ταυτόχρονα το σκωτσέζικο κιλτ και τις αμερικανικές φουντίτσες. Ιδιαίτερο αν μη τι άλλο, προτείνεται μόνο σε θαρραλέους. Ιδού κύριοι πεδίο υποδηματικής δόξης λαμπρό! Όμως, πριν καταλήξετε στο επόμενο loafer που θα αποκτήσετε και στο αν αυτό έχει φουντίτσες ή άλλο διάκοσμο, φροντίστε να δώσετε πρωτίστως βάρος στην ποιότητα και τα υλικά κατασκευής. Τα παπούτσια, όπως και τα ενδύματα μιας κλασικής γκαρνταρόμπας, δεν είναι απλά βραχύβια αποκτήματα, αλλά μακροχρόνιες επενδύσεις. Για αυτό, πριν βγείτε στην αγορά, διαβάστε το αναλυτικό μας κείμενο σχετικά με τα ειδοποιά στοιχεία ενός ποιοτικού υποδήματος που μπορείτε να βρείτε εδώ. Καλό κυνήγι!
Διαδώστε!