Από τον Brummel, στον δούκα, στο σήμερα Δημοσιεύτηκε σε: Ενδύματα
Ευτυχώς ή δυστυχώς, η Μεγάλη Βρετανία και ειδικότερα η Αγγλία είναι η γενέτειρα του ανδρικού κοστουμιού όπως το ξέρουμε. Μέχρι τον 17ο αιώνα η ανδρική ένδυση, για τους έχοντες φυσικά, καθώς οι φτωχοί αγρότες και κτηνοτρόφοι δεν είχαν επιλογές, ήτω ολίγον πλουμιστή και παρδαλή. Φανταχτερά υφάσματα, χρυσοποίκιλτα στολίδια, ψηλοτάκουνα παπούτσια, εξαιρετικά λεπτές μεταξωτές κάλτσες και πουκάμισα με φραμπαλάδες στους γιακάδες ήταν ο κανόνας για τους ευγενείς της βασιλικής αυλής και τους πλούσιους εμπόρους της γηραιάς Αλβιώνας.
Ο θρύλος λέει ότι όλα αυτά άλλαξαν εξαιτίας της τρομερής επιδημίας πανώλης καθώς και της μεγάλης φωτιάς που μετέτρεψε σε στάχτη μεγάλο μέρος του Λονδίνου. Τότε, ο βασιλιάς Κάρολος ο Β´ απαίτησε από την αυλή του να περιορίσει τις ενδυματολογικές υπερβολές της. Το τρίπτυχο της απλότητας: παντελόνι-πουκάμισο-σακάκι (όχι με τη σημερινή μορφή του αλλά με «ουρές») άρχισε να κερδίζει έδαφος μεταξύ των ευγενών και των πλουσίων. Οι φτωχοί, όπως προείπαμε, δεν είχαν την πολυτέλεια της επιλογής. Άλλωστε, την ιστορία της ένδυσης –και όχι μόνο αυτής– την έγραφαν μέχρι και λίγες δεκαετίες πριν οι ελίτ. Οι φτωχοί έγραφαν την ιστορία της επιβίωσής τους.
Εξέλιξη και καθιέρωση
Εκείνη την εποχή λοιπόν εισέρχεται στην σκηνή ο νεαρός George “Beau” Brummel (1778-1840). Ειρήσθω εν παρόδω, «ωραίος Μπρουμέλ» ήταν και το προσωνύμιο του Άκη Τσοχατζόπουλου τις εποχές της δόξας του καθώς η ψηλόλιγνη κορμοστασιά του σε συνδυασμό με τα καλοραμμένα κοστούμια του χάρισαν στον τότε ισχυρό υπουργό του ΠΑΣΟΚ πολλές επιτυχίες με το ωραίο φύλο, φευ. Ας επιστρέψουμε στον αυθεντικό ωραίο Μπρουμέλ. Αργόσχολος, όπως όλοι οι ευγενείς που σέβονταν τον εαυτό τους και την κληρονομιά τους, ο Τζορτζ περνούσε την ώρα του με τον καλό του φίλο και πρίγκιπα διάδοχο (μετέπειτα βασιλιά Γεώργιο IV) σχεδιάζοντας νέες στολές για τους αξιωματικούς του Βρετανικού στρατού.
Πρώτος ο Μπρουμέλ πίστεψε ότι η εφαρμογή και η ποιότητα του υφάσματος είναι τα βασικά στοιχεία που πρέπει να διαθέτει η εμφάνιση ενός gentleman. Άλλωστε ο Τζορτζ, που είχε σπουδάσει στα καλύτερα σχολεία του Βασιλείου στο Ήτον και στην Οξφόρδη, είχε μια αδυναμία στις κλασικές σπουδές και το αρχαίο ελληνικό κάλλος. Έτσι, επιλέγοντας εφαρμοστά ενδύματα, ήθελε να έρθει όσο πιο κοντά μπορούσε στην ανάδειξη του σώματος όπως τα αγάλματα της κλασικής Ελλάδας.
Θα έπρεπε να περάσουν περίπου 100 χρόνια ακόμη για να ξεφύγουν οι ράφτες από τις στενές γραμμές του Μπρουμέλ και να «απελευθερώσουν» τους άνδρες από τα ενδυματολογικά δεσμά του ωραίου Βρετανού.
Βρετανός, και μάλιστα για 326 ημέρες βασιλιάς, ήταν και ο δεύτερος άντρας ο οποίος σημάδεψε με τις προσωπικές του επιλογές την ιστορία της ανδρικής ένδυσης. Ο λόγος για τον αμφιλεγόμενο Edward Albert Christian George Andrew Patrick David ή αλλιώς Δούκα του Ουίνδσορ. Μπορεί οι κόμποι της γραβάτας που φέρουν το όνομά του (full και half Windsor) να μείνουν γραμμένοι με χρυσά γράμματα στα βιβλία της ιστορίας της ανδρικής ένδυσης, και η απόφασή του να αποποιηθεί τον θρόνο της Μεγάλης Βρετανίας για να παντρευτεί μια χωρισμένη Αμερικανίδα να θεωρείται ως μια μεγαλειώδης κίνηση ρομαντισμού και πραγματικής αγάπης, αλλά οι ακραίες φιλοναζιστικές θέσεις του κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο τον θέτουν στο μαύρο περιθώριο της ιστορίας μαζί με τους συνοδοιπόρους του.
Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Καθώς η βικτωριανή εποχή όδευε προς το τέλος της μαζί με τις τελευταίες ημέρες του 19ου αιώνα, μαζί της αργόσβηναν και οι τάσεις που ακολούθησαν τις διδαχές του ωραίου Μπρουμέλ. Τα ψηλά καπέλα και τα μακριά πανωφόρια (frock coats) αποσύρθηκαν, και τη θέση τους, γύρω στα 1900, άρχισε να παίρνει ένας συνδυασμός, ο οποίος συμπεριλάμβανε παντελόνι, γιλέκο και ένα -μακρύ ακόμη- σακάκι, όλα σε ίδιο χρώμα, από το ίδιο ύφασμα. Αυτός ο συνδυασμός είναι ουσιαστικά και ο πατέρας του ανδρικού κοστουμιού.
Το πέρας του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου σηματοδοτεί τη «χρυσή εποχή» της ανδρικής ένδυσης. Μπορεί πλέον οι ΗΠΑ να έχουν αναρριχηθεί στο επίπεδο της ηγέτιδας δύναμης της εποχής, αλλά η Βρετανία εξακολουθεί να δίνει τον ρυθμό όσον αφορά την ανδρική ένδυση όχι μόνο στον αγγλόφωνο κόσμο αλλά παγκοσμίως, εξαιτίας των αποικιών της. Και με τη δύναμη της εικόνας πλέον, φωτογραφικής μέσω του Τύπου και κινούμενης μέσω της νέας εφεύρεσης του κινηματογράφου, οι τάσεις και το στυλ διεθνοποιούνται.
Πρώτος διδάξας, φυσικά, ο Δούκας του Ουίνδσορ. Απηυδισμένος από τα άκαμπτα και δυσκίνητα ενδύματα και το βασιλικό πρωτόκολλο (λέγεται ότι υπήρξε ένας τεράστιος καυγάς με τον Βασιλιά πατέρα του όταν αποφάσισε να φορέσει καφέ oxfords με το navy blue κοστούμι του˙ μαντέψτε ποιος επικράτησε) ήταν ο πρώτος που έθεσε την άνεση ως προτεραιότητα.
Αρωγός του σε αυτή την προσπάθεια στάθηκε ο Frederick Scholte. Ο ράπτης που καθιέρωσε το Βρετανικό στυλ, αυτό που ονομάζεται London cut ή English drape, δεν ήταν Βρετανός αλλά Ολλανδός. Αξίζει να σημειωθεί ότι ήταν μάλιστα και ο μέντορας του Σουηδού Peter Gustaf Anderson, ο οποίος μαζί με τον Sidney Horatio Sheppard ίδρυσαν τον ξακουστό οίκο της Savile Row, Anderson & Sheppard. Ένας Ολλανδός και ένας Σουηδός λοιπόν ευθύνονται για το βρετανικό στυλ. Αυτά τα παράδοξα κάνει η ιστορία και την αγαπάμε.
Ο Scholte λοιπόν έραβε τα κοστούμια του Δούκα του Ουίνδσορ από το 1919 έως και το 1959. Ο Ολλανδός ράπτης είχε στο μυαλό του μια συγκεκριμένη εικόνα για το πώς πρέπει να είναι ένα σακάκι και ποιες είναι οι χρυσές αναλογίες. Αυτός ήταν ο πρώτος που ενίσχυσε τον θώρακα με έξτρα ύφασμα πέραν του καναβάτσου (βλ. Ενδότερα ενός σακακιού), δίνοντας έτσι περισσότερο όγκο στο πάνω μέρος του κορμού, για να δημιουργήσει μια πιο ρωμαλέα εικόνα.
Αυτή την εικόνα καλλιέργησε και διέδωσε σε όλον τον πλανήτη ο Δούκας του Ουίνδσορ. Απέρριψε τα σκληρά κολάρα στα πουκάμισα επιλέγοντας πιο μαλακές υφές και καθιέρωσε αυτό που ονομάστηκε soft look. Κυνηγημένος διαρκώς από τους παπαράτσι της εποχής, οι φωτογραφίες του ενέπνευσαν χιλιάδες άντρες. Μια απογραφή της γκαρνταρόμπας του κατά το 1960 κατέγραψε 15 βραδινά κοστούμια (black tie), 55 απλά κοστούμια, 3 επίσημα (white tie) καθώς και 100 ζευγάρια παπούτσια.
“I was in fact produced as a leader of fashion, with the clothiers as my showmen and the world as my audience”, είχε δηλώσει.
Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με τον ίδιο, τους κόμπους της γραβάτας που φέρουν το όνομά του, ουδέποτε χρησιμοποίησε. Ο δούκας έδενε τις γραβάτες τους με έναν four-in-hand κόμπο, μόνο που οι γραβάτες του ήταν ειδική παραγγελία και είχαν περισσότερο όγκο.
Τα κοστούμια του περιώνυμου δούκα είναι τόσο κλασικά που με άνεση θα μπορούσε κάποιος να τα φορέσει σήμερα και να μην φαίνεται σαν να βγήκε από ταινία εποχής. Αυτή είναι και η δύναμη της κλασικής ανδρικής ένδυσης. Ελάχιστα αλλάζει μέσα στις δεκαετίες. Αν κάποιος παραμείνει πιστός στις επιταγές της και δεν παρασυρθεί από τις σειρήνες της μόδας (όπως τα παντελόνια καμπάνα της δεκαετίας του ’70 ή τα υπερβολικά φαρδιά και με βάτες σακάκια της δεκαετίας του ’80) δεν έχει τίποτα να φοβηθεί. Το κλασικό παραμένει κλασικό.