Τα βασικά ανδρικά υποδήματα και η ιστορία τους Δημοσιεύτηκε σε: Υποδήματα

Πριν αναφερθούμε στα στοιχεία που καθορίζουν την ποιότητα ενός ζευγαριού υποδημάτων θα πρέπει να βάλουμε σε μια σειρά τους τύπους που υπάρχουν στην αγορά, έχοντας κατακτήσει τη θέση τους στο πάνθεον των κλασικών ανδρικών υποδημάτων. Αν κάποιος σερφάρει σε e-shops σίγουρα θα μπερδευτεί καθώς ακόμη και οι έμποροι ανδρικών υποδημάτων φαίνεται πως δεν έχουν τις βασικές γνώσεις για τα προϊόντα που θέλουν να πουλήσουν.

Ο Μαρτσέλο Μαστρογιάννι με ένα ζευγάρι μαύρα single monk strap

Πολλάκις έχω συναντήσει στο ίντερνετ υφασμάτινα παπούτσια να βρίσκονται στην κατηγορία oxford και καθαρόαιμα loafers να έχουν κατηγοριοποιηθεί ως… σκαρπίνια, όρος παντελώς αδόκιμος, αυθαίρετος και εξαιρετικά ελληνικός καθώς δεν απαντάται σε άλλη χώρα του μικρού μας πλανήτη. Εν πάση περιπτώσει, «σκαρπίνια» ο μέσος Έλληνας, λανθασμένα, ονομάζει όλα τα υποδήματα που μπορούν να φορεθούν με κοστούμι. Ο κάτωθι μικρός οδηγός προσπαθεί να αποσαφηνίσει τις ιδιαιτερότητες κάθε τύπου παπουτσιού που εντάσσεται στο κλασικό ανδρικό στυλ.

Το oxford

Το oxford είναι δερμάτινο ανδρικό υπόδημα με δερμάτινη σόλα (δερματόσολα) και κλειστό σύστημα κορδονιών, δηλαδή τα σημεία του δέρματος από τα οποία περνούν τα κορδόνια σχεδόν εφάπτονται, αφήνοντας το λιγότερο δυνατό κενό. Το oxford, ειδικά σε μαύρο χρώμα, θεωρείται το πιο επίσημο ανδρικό υπόδημα. Αν και υπάρχουν oxford με διακοσμητικά στοιχεία (brogue), πιο κλασικές επιλογές θεωρούνται τα cap toe (με ένα επιπλέον κομμάτι δέρματος στη μύτη του παπουτσιού) και τα wholecut (φτιαγμένα εξολοκλήρου από ένα και μόνο κομμάτι δέρματος).

Μαύρα wholecut oxford δια χειρός Edward Green

Αν και υπάρχουν αρκετές θεωρίες σχετικά με το που γεννήθηκαν τα oxford, δύο είναι οι επικρατέστερες. Η πρώτη, τα θέλει γεννημένα από φοιτητές του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης αρχικά ως μπότες, τις οποίες καθιέρωσαν ως αντίδραση στις μπότες που φορούσαν οι καθηγητές της εποχής. Η δεύτερη τα θέλει να έρχονται από τη Σκωτία και το κάστρο Balmoral. Μάλιστα, ο εν λόγω όρος μετανάστευσε και στις ΗΠΑ, όπου ορισμένοι ακόμη χρησιμοποιούν τον όρο balmoral ή το πιο σύντομο bals. Στη Γαλλία θα τα αναζητήσετε ως richelieu.

Το derby

Το derby είναι δερμάτινο ανδρικό υπόδημα με δερμάτινη σόλα και ανοιχτό σύστημα κορδονιών, δηλαδή τα κορδόνια περνάνε από τρύπες που είναι τοποθετημένες σε δυο ξεχωριστά κομμάτια δέρματος -οι υποδηματοποιοί τα αποκαλούν «αυτιά»- αφήνοντας τα κορδόνια περισσότερο εκτεθειμένα. Το derby, στις μέρες μας, μπορεί να φορεθεί παντού. Ιδίως σε μια από τις χιλιάδες αποχρώσεις καφέ που υπάρχουν συνιστά την καλύτερη επιλογή για πιο χαλαρή εμφάνιση. Επίσης, οι αποχρώσεις του καφέ αναδεικνύουν τα διακοσμητικά στοιχεία (brogue) που τόσο πολύ ταιριάζουν στο derby.

Καφέ full brogue derby από τον οίκο Alden

Εμφανίστηκε γύρω στα 1850 ως κυνηγετική μπότα. Το ανοιχτό σύστημα κορδονιών προσφέρει μεγαλύτερη ευελιξία καθώς μπορείς να σφίξεις ή να χαλαρώσεις τα κορδόνια μέχρι να επιτευχθεί το επιθυμητό αποτέλεσμα με όρους άνεσης. Χάρη σε αυτό του το χαρακτηριστικό το derby είναι εξαιρετικά δημοφιλές. Δεν είναι τυχαίο ότι τα αθλητικά παπούτσια φέρουν το ίδιο σύστημα.

To loafer

Το loafer είναι δερμάτινο ανδρικό υπόδημα με δερμάτινη σόλα, το οποίο δεν έχει κορδόνια, είναι όπως λέμε στα ελληνικά «παντοφλέ». Αν και μπορεί να φορεθεί με κοστούμι, το loafer είναι το πιο casual από τα κλασικά ανδρικά παπούτσια. Τόσο ώστε να μπορεί άνετα να φορεθεί το καλοκαίρι χωρίς κάλτσες με ένα λινό παντελόνι ή ακόμη και με βερμούδα. Στο loafer σπάνια θα βρείτε διακοσμητικά στοιχεία (brogue).

Penny loafers σε ανοιχτό καφέ χρώμα από τον οίκο Berluti

Μια εκδοχή το φέρνει να έχει γεννηθεί από τα χέρια ενός Νορβηγού, ο οποίος συνδύασε τα παραδοσιακά υποδήματα των ιθαγενών Αμερικανών, τα μοκασίνια, με αυτά της Νορβηγίας. Μια άλλη -λιγότερο ρομαντική- εκδοχή θέλει το loafer να είναι το δημιούργημα του υποδηματοποιού Raymond Lewis Wildsmith κατ’ εντολή του βασιλέα Γεωργίου ΣΤ’, ο οποίος αναζητούσε ένα πιο άνετο παπούτσι για μέσα στο σπίτι. Έτσι έκανε πρεμιέρα το 1926 ως βασιλικό υπόδημα και φυσικά μετά κατέκτησε τον κόσμο. Αναλυτικά για την οικογένεια των loafers μπορείτε να διαβάσετε εδώ.

To monk strap

Το monk strap είναι δερμάτινο ανδρικό υπόδημα με δερμάτινη σόλα, το οποίο δεν έχει κορδόνια. Εν αντιθέσει, έχει μία ή δύο μεταλλικές αγκράφες εξ ου και οι διαφοροποιήσεις του παπουτσιού σε single και double monk strap. Αγαπημένο παπούτσι των σύγχρονων δανδήδων, έχει επανέλθει δυναμικά στο προσκήνιο τα τελευταία χρόνια. Φοριέται άνετα τόσο με κοστούμι όσο και με πιο casual επιλογές, ακόμη και με τζιν. Στο monk strap σπάνια θα βρείτε διακοσμητικά στοιχεία (brogue).

Double monk strap με ελαφριά πατίνα από τον Marian Nedelcu

Η κυρίαρχη θεωρία θέλει το monk strap να έχει δημιουργηθεί τον 15ο αιώνα από έναν μοναχό, ο οποίος ζούσε στις Άλπεις και αναζητούσε ένα υπόδημα που να τον προστατεύει καλύτερα από τα παραδοσιακά σανδάλια. Κάποια στιγμή τα πρόσεξε ένας Βρετανός επισκέπτης μοναχός, εντυπωσιάστηκε, προμηθεύτηκε ένα ζευγάρι και τα έφερε στην Αγγλία. Ως τυποποιημένο σχέδιο εμφανίζονται στην ιστορία πέριξ του 1900.

To moccasin

Το moccasin είναι ένα παπούτσι που φοριέται από άνδρες και γυναίκες. Είναι δερμάτινο, χωρίς τακούνι και συνήθως είναι κατασκευασμένο από δυο κομμάτια δέρμα. Ένα που καλύπτει το πέλμα και το πλάι του ποδιού, κι ένα κομμάτι που καλύπτει το πάνω μέρος. Είναι ένα παπούτσι ιδανικό για τους καλοκαιρινούς μήνες αφού φοριέται άνετα χωρίς κάλτσες. Είναι ξεκάθαρα casual και ταιριάζει περισσότερο φορεμένο με βερμούδα παρά με κοστούμι.

Μοκασίνι σε καφέ σουέντ από την Tod’s

Το μοκασίνι ελληνιστί, έλκει την καταγωγή του από τους ιθαγενείς της Αμερικής, οι οποίοι το κατασκεύαζαν από δέρμα ελαφιού σε μια πληθώρα παραλλαγών και χρωμάτων. Σήμερα, εξαιρετικά δημοφιλές είναι το driving moc, το οποίο είναι ιδανικό για οδήγηση αυτοκινήτου εξαιτίας της ευκαμψίας του. Το driving moc το καθιέρωσε στην ανδρική υπόδηση η ιταλική υποδηματοποιία Tod’s, η οποία ακόμη και σήμερα στηρίζει μεγάλο μέρος των πωλήσεών της σε αυτό το διασκεδαστικό, πολύχρωμο παπούτσι.

Αυτά γραπτώς, ακολουθεί και βίντεο:

« Κλασικός σημαίνει οικολογικός
Let’s brogue »