Η κλασική ανδρική ένδυση δεν ακολουθεί τη μόδα, ακολουθεί όμως πιστά τους κανόνες που επιβάλουν αρμονία σε ό,τι επιλέξει να φορέσει ένας άνδρας. Ο πρώτος και βασικότερος είναι η σωστή εφαρμογή. Σκοπός του κοστουμιού είναι να αναδείξει αυτόν που το φορά, υπερθεματίζοντας τα σωματικά του προτερήματα, ενώ ταυτόχρονα να εξομαλύνει τις όποιες δυσαρμονίες. Ο πρώτος τρόπος που το πετυχαίνει αυτό είναι η μονοχρωμία. Τα κοστούμια αποτελούνται πάντα από σακάκι και παντελόνι ακριβώς ίδιου χρώματος και υφάσματος, χαρίζοντας αυτομάτως ύψος καθώς συνθέτουν μια ομοιόμορφη και αδιάλειπτη εικόνα.
Ο δεύτερος είναι η σωστή εφαρμογή στο αντρικό σώμα. Το σακάκι είναι δομημένο έτσι ώστε να «χτίζει» τους ώμους. Την ίδια στιγμή, το άνοιγμα σε σχήμα V των πέτων πλαισιώνει αυτό που πρέπει, το πρόσωπο. Σε συνδυασμό με το ανάποδο V που σχηματίζει ο κουμπωμένος γιακάς του πουκάμισου -ο οποίος φιλοξενεί τον όμορφα δεμένο κόμπο της γραβάτας- το σακάκι είναι ένα ένδυμα αρχιτεκτονικά και αριστοτεχνικά κατασκευασμένο με τέτοιο τρόπο ώστε κανείς να μη δίνει σημασία σε αυτό αλλά σε εκείνον που το φοράει.
Το μήκος του σακακιού είναι αυτό που καθορίζει την αναλογία συνολικά του κοστουμιού. Το σακάκι πρέπει να είναι αρκετά μακρύ ώστε να καλύπτει τους γλουτούς, αλλά όχι παραπάνω γιατί τότε κόβει ύψος από τα πόδια και κάνει τον κορμό να φαίνεται δυσανάλογα μακρύτερος. Υπάρχουν δυο τρόποι για να διαπιστώσει κανείς εάν το σακάκι του διαθέτει το κατάλληλο ύψος:
Ο πρώτος είναι ο κανόνας του αντίχειρα: το σακάκι πρέπει να τελειώνει στο ύψος του αντίχειρα όταν το χέρι είναι παράλληλο με τον κορμό, σε στάση προσοχής ας πούμε.
Ο δεύτερος και πλέον ακριβής απαιτεί μεζούρα. Οι τέλειες αναλογίες επιτυγχάνονται όταν η απόσταση από το κολάρο μέχρι το τέλος του σακακιού είναι απολύτως ίση με την απόσταση από το τέλος του σακακιού έως το τέλος του παντελονιού.
Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί, επίσης, εκεί όπου θα τοποθετηθεί το σημείο κουμπώματος καθώς εκεί βρίσκεται και η ισορροπία που πρέπει να διακρίνει ένα σακάκι. Φυσικά, αυτό μπορεί να γίνει μόνο αν το σακάκι μας είναι από ράφτη, καθώς στα έτοιμα αυτή η πολυτέλεια δεν υπάρχει. Το σημείο κουμπώματος βρίσκεται περίπου στη μέση του σακακιού, εκεί που κουμπώνει το επάνω κουμπί όταν το σακάκι μας είναι δίκουμπο ή το μεσαίο κουμπί όταν αυτό διαθέτει τρία κουμπιά. Όσον αφορά τα σταυρωτά, τα οποία διαθέτουν έξι εξωτερικά κουμπιά, εκ των οποίων τα δυο διακοσμητικά, το σημείο βρίσκεται στα δύο μεσαία. Το μυστικό του σημείου κουμπώματος είναι ότι εφόσον τοποθετηθεί σωστά -και το σακάκι μας είναι προφανώς κουμπωμένο όπως επιβάλλεται όταν είμαστε όρθιοι- τόσο ο κορμός, όσο και τα πόδια εμφανίζονται επιμηκυμένα.
Το επόμενο σημείο που θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη σημασία στη λεπτομέρεια είναι τα πέτα. Τα σημερινά σακάκια του εμπορίου, ως επί το πλείστον διαθέτουν ανησυχητικά λεπτά πέτα κάτι που σημαίνει ότι μπορούν να συνδυασθούν αποκλειστικά και μόνο από υπερβολικά λεπτές γραβάτες. Η βασική αρχή της κλασικής ένδυσης επιβάλλει αρμονία, άρα συνιστά το μέγιστο πλάτος της γραβάτας να είναι ίσο με το μέγιστο πλάτος του πέτου. Έτσι, αν κάποιος κύριος απεχθάνεται, όπως ο γράφων, τις skinny γραβάτες φυσικό επακόλουθο είναι να απεχθάνεται και τα λεπτά πέτα στα σακάκια του συρμού.
Τα λεπτά πέτα ενδείκνυνται μόνο για τους πολύ μοδάτους και πολύ νεαρούς, και υπό συγκεκριμένες συνθήκες σε κυρίους πολύ αδύνατους και μικρόσωμους. Εάν τώρα είστε ένας άντρας με παραπάνω κιλά, τα μεγάλα πέτα είναι οι καλύτεροί σας φίλοι. Όπως και να έχει, ο χρυσός κανόνας είναι τα πέτα στα ανδρικά μονόπετα σακάκια να είναι μεταξύ 6 και 8 πόντων. Στα σταυρωτά, τα πέτα είναι εμφανώς πιο πλούσια εκ φύσεως.
Αφήνουμε τον κορμό και πάμε στα χέρια. Το μανίκι ενός σακακιού πρέπει να τελειώνει πριν το πουκάμισο. Αν και υπάρχουν διαφωνίες σχετικά με τα εκατοστά του υποκαμίσου που επιτρέπεται να ξεπροβάλουν κάτω από το μανίκι και ίσως ο καθένας να έχει προσωπικό γούστο επ’ αυτού, μια μέση λύση είναι τα δυο με τρία εκατοστά. Όταν φοράτε ένα πουκάμισο με μανικετόκουμπα, αυτά δεν θα πρέπει να φαίνονται όταν είστε σε όρθια στάση αλλά ν’ αποκαλύπτονται μόνο όταν κάθεστε, αυτή είναι μια γενικότερη μεν, αλλά ευκόλως κατανοητή και εφαρμόσιμη αρχή.
Ολοκληρώνουμε με το σακάκι κάνοντας μια απαραίτητη στάση στο κολάρο, σ΄εκείνη τη λωρίδα υφάσματος που καλύπτει το πίσω μέρος του λαιμού και ενώνει τα δύο πέτα. Και εκεί το πουκάμισο έρχεται για να «προδώσει» αν η ποιότητα κατασκευής του σακακιού είναι αυτή που πρέπει ή όχι. Που σημαίνει ότι εάν ένα κολάρο καταπίνει τον γιακά του πουκάμισου ο ατυχής που φοράει το σακάκι φαίνεται σαν να μην διαθέτει λαιμό. Εάν πάλι είναι χαμηλό το κολάρο και αποκαλύπτει σχεδόν όλο τον γιακά του πουκάμισου, το σακάκι μας δεν κάθεται καλά και φαίνεται σαν να γλιστράει από τους ώμους. Η χρυσή τομή της αρμονίας έρχεται πάλι για να επιβάλει το μέτρο. Δύο με τρία εκατοστά έκθεσης του γιακά του πουκάμισου είναι το ιδανικό για ένα κολάρο σακακιού που ξέρει πώς να στέκεται στο ύψος του.
Αριστερά, το κολάρο είναι πολύ ψηλό και καταπίνει τον γιακά του πουκάμισου. Δεξιά, το κολάρο είναι χαμηλό και εκθέτει υπερβολικά το πουκάμισο. Κέντρο, το ιδανικό κολάρο αφήνει τον γιακά του πουκάμισου να εμφανιστεί σε έκταση δύο με τριών εκατοστών
Αφήνουμε το σακάκι και κατεβαίνουμε προς το παντελόνι. Στις ημέρες μας τα παντελόνια των ανδρών έχουν χάσει αρκετούς πόντους υφάσματος και βρίσκονται σε στενή επαφή με το δέρμα τους. Ακόμη και ακόλουθοι της κλασικής ένδυσης έχουν παρεκκλίνει των κανόνων της και έχουν συνταχθεί με τη «σκοτεινή» πλευρά της μοδός, η οποία θέλει τα παντελόνια στενά ώστε να διαγράφουν τη μορφή των κάτω άκρων αλλά και να αποκαλύπτουν -αν όχι όλο- το μεγαλύτερο κομμάτι των υποδημάτων... φευ.
Όπως και να έχει, εμείς θα παραθέσουμε τους κανόνες και ας επιλέξει ο καθείς βάσει της αισθητικής του. Σύμφωνα με τις προσταγές της κλασικής ένδυσης, το παντελόνι πρέπει να στέκεται άνετα στη φυσική μέση του ανδρός, περίπου στον αφαλό δηλαδή. Τα χαμηλοκάβαλα παντελόνια θεμιτό είναι να αποφεύγονται όταν μιλάμε για κοστούμια. Όσο πιο ίσια είναι η γραμμή του παντελονιού από την μέση έως το τέλος του, τόσο πιο κομψή κάνει μια σιλουέτα. Ειδικά οι κύριοι οι οποίοι διαθέτουν, όπως ο γράφων, μια ευμεγέθη κοιλιά θα ευεργετηθούν εάν αποφασίσουν να επενδύσουν σε παντελόνια με κλασική γραμμή.
Φτάσαμε στο τέλος. Συγκεκριμένα, στο τέλος του παντελονιού. Εκεί παλαιότερα θα συναντούσαμε τα ρεβέρ. Αυτά που ο Λάκης Παπαδόπουλος προτιμά ψηλά. Τα ρεβέρ είναι λωρίδες υφάσματος, οι οποίες διπλώνουν στην άκρη του παντελονιού προσθέτοντας βάρος στο τέλος του παντελονιού έτσι ώστε να κρατάει καλύτερα τη γραμμή του. Καθώς το ύφασμα είναι ακριβό και η βιομηχανία έτοιμων ενδυμάτων δεν έχει λεφτά για πέταμα, παντελόνια με ρεβέρ θα βρείτε πλέον μόνο αν απευθυνθείτε σε ράφτη.
Λίγο πριν τα ρεβέρ θα συναντήσουμε ένα δίλημμα: με σπάσιμο ή χωρίς; Ουσιαστικά μεταφράζω τη λέξη break που χρησιμοποιούν οι αγγλοσάξονες για να περιγράψουν το μικρό δίπλωμα που κάνει το παντελόνι λίγα εκατοστά πριν συναντήσει το παπούτσι. Εάν είστε πιο μοντέρνος κύριος ίσως προτιμήσετε ένα παντελόνι λίγο πιο στενό και κοντό, το οποίο δεν ακουμπά και δεν κρύβει το παπούτσι. Εάν πάλι είστε πιο κλασικός, τότε οι άκρες του παντελονιού θα πρέπει να ακουμπάνε και να καλύπτουν περίπου το μισό μήκος του υποδήματος. Η επιλογή είναι δική σας.
Εάν αποφασίσετε να ράψετε παντελόνι με ρεβέρ, σημειώστε ότι το ύψος τους πρέπει να είναι ανάλογο με το δικό σας. Ένας κύριος κάτω του 1.80 μ. χρειάζεται ρεβέρ ύψους 3-4 εκατοστών, ενώ ένας κύριος άνω του 1.80 μ. θα χρειαστεί περισσότερο.
Αυτοί είναι οι κανόνες κύριοι. Στην διακριτική σας ευχέρεια εναπόκειται το αν αποφασίσετε να τους ακολουθήσετε ή να τους παρακάμψετε. Όπως και να έχει, στους λογαριασμούς που διατηρεί το Μονόπετο στα κοινωνικά δίκτυα μπορείτε να καταθέσετε τις απορίες σας, να ζητήσετε διευκρινήσεις, ακόμη και να διαφωνήσετε με τον γράφοντα εφόσον έχετε άλλη άποψη και τέτοια διάθεση.
Αλλά μη ξεχνάτε ότι πέρα από οποιοδήποτε κοστούμι και ειδικά στα κοινωνικά δίκτυα...
Διαδώστε!