Το… κινηματογραφικό ζιβάγκο Δημοσιεύτηκε σε: Ενδύματα

Ζεστό, απλό και κομψό το ζιβάγκο εδώ και εκατοντάδες χρόνια προστατεύει τον λαιμό των ανθρώπων από το κρύο, πλαισιώνοντας το πρόσωπο με έναν τρόπο μοναδικό. Καθιστώντας αχρείαστη τη γραβάτα και το πουκάμισο, αυτό το ένδυμα με το περίεργο όνομα έχει την ικανότητα να μεταμορφώνει όποιον το φορά σε διανοούμενο, ενώ χαρίζει μια πιο casual αίσθηση σε κάθε κλασική ανδρική εμφάνιση.

Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή, αφού πρώτα ξεκαθαρίσουμε το ζήτημα του ονόματος. Το συγκεκριμένο πλεκτό ένδυμα λέγεται ζιβάγκο στην Ελλάδα. Στον υπόλοιπο κόσμο το λένε turtleneck (Αμερικανοί και Καναδοί), pollo neck ή roll-neck (Βρετανοί) και col roule (Γάλλοι). H ελληνική του ονομασία προέκυψε το 1965, με την κυκλοφορία της ταινίας «Δόκτωρ Ζιβάγκο». Ο πρωταγωνιστής, Ομάρ Σαρίφ, σε μια σκηνή, φορούσε ένα τέτοιο μάλλινο ένδυμα με μακρύ λαιμό για να προστατευτεί από το αδυσώπητο κρύο της Ρωσίας. Και κάπως έτσι, καθιερώθηκε στις συνειδήσεις μας ως ζιβάγκο.

Πριν το 1965, προφανώς, τα ζιβάγκο κυκλοφορούσαν αλλά με άλλο όνομα. Πιο πιθανό είναι ότι τα αποκαλούσαμε «ψαράδικα» ή «ναυτικά», καθώς ήταν δημοφιλή στους ανθρώπους της θάλασσας. Όλοι έχουμε δει τον πίνακα «ο γέρος με το τσιμπούκι» που απεικονίζει έναν ναυτικό να κρατά το τιμόνι ενός πλοίου φορώντας τον «επενδύτη» του και ένα πλεκτό πουλόβερ με γυριστό γιακά.

H αφίσα της ταινίας από την οποία ξεκίνησαν όλα

Όπως και να έχει, από την πρεμιέρα της ταινίας και έπειτα, ο όρος «ζιβάγκο» καθιερώθηκε στη χώρα μας και χρησιμοποιείται αδιάκοπα έως σήμερα. Μάλιστα, έπαιξε ρόλο και στην κεντρική πολιτική σκηνή της Ελλάδας όταν ο αείμνηστος ιδρυτής του ΠΑΣΟΚ, Ανδρέας Παπανδρέου φόραγε ζιβάγκο στη βουλή προκαλώντας την οργή των αντιπάλων του, οι οποίοι τον κατηγορούσαν τότε για «έλλειψη σεβασμού στους θεσμούς».

Για να ολοκληρώσουμε με την ονοματολογία, αξίζει να προσθέσουμε ότι η Ελλάδα δεν είναι η μόνη χώρα που διαθέτει κινηματογραφικά εμπνευσμένο όνομα γι’ αυτό το πουλόβερ. Στην Ιταλία το λένε “dolcevita”, καθώς το φορούσε ο ανεπανάληπτος Marcello Mastroianni στην ταινία “La Dolce Vita” του Federico Fellini που κυκλοφόρησε το 1960.

Στο πρακτικό κομμάτι τώρα. Τα ζιβάγκο δεν δημιουργήθηκαν τη δεκαετία του 1960, μας έρχονται από παλιά. Από πολύ παλιά. Συγκεκριμένα, από τον 15ο αιώνα και τους ιππότες της παλαιάς Ευρώπης. Χρησιμοποιήθηκαν αρχικά, ως εσώρουχα, για να προστατεύουν τους λαιμούς των πολεμιστών από την chaimail, (επιστήθιον ή λογείον, στα ελληνικά), μια αμυντική θωράκιση αποτελούμενη από εκατοντάδες μεταλλικούς κρίκους ενωμένους έτσι ώστε να σχηματίζουν μια ατσάλινη μπλούζα.

Ο Michel Foucault με το ζιβάγκο του

Έκτοτε, φορέθηκαν μέσα στους αιώνες κυρίως από ναυτικούς, εργάτες και αθλητές. Τον 20ο αιώνα συνδέθηκαν με τον πνευματικό κόσμο, καθώς αγαπήθηκαν πολύ από φιλοσόφους, επιστήμονες ακαδημαϊκούς και συγγραφείς. Μάλιστα, ο Γάλλος φιλόσοφος Michel Foucault τα φορούσε τόσο συχνά, κατά τη δεκαετία του 1960, που έγιναν σήμα κατατεθέν του. Αυτό είχε φυσικά ως συνέπεια να τα υιοθετήσει μεγάλο μέρος της νεολαίας.

Βλέπετε, θεωρείτο αντισυμβατική επιλογή για την εποχή η απένδυση του υποκαμίσου και του λαιμοδέτη και η αντικατάστασή τους από ένα ζιβάγκο. Επαναστατική κίνηση, ενδυματολογικά μιλώντας.

Εφαρμογή και υλικά

Και ερχόμαστε στο σήμερα και στη θέση που δικαίως διεκδικεί το ζιβάγκο στην αντρική γκαρνταρόμπα. Στην αγορά κυκλοφορούν δεκάδες παραλλαγές από εξαιρετικά λεπτά και φίνα υφάσματα με εφαρμοστή εφαρμογή, έως πολύ βαριά με πιο χαλαρή φόρμα. Τα λεπτά εφαρμοστά ζιβάγκο συνήθως είναι από βαμβάκι, εκλεκτό μαλλί merino ή ακόμη και από πολυτελές κασμίρι, και είναι ιδανικά για να φορεθούν κάτω από ένα σακάκι είτε αυτό είναι ένα «ορφανό» sport jacket, είτε μέρος ενός κοστουμιού. Τα πιο βαριά μπορούν να συνοδέψουν παλτό, δερμάτινα jacket και άλλα χειμερινά πανωφόρια. Όπως κάθε φορά, έτσι και τώρα, θα σας συμβουλεύαμε για πλείστους λόγους να προσπαθήσετε να κρατηθείτε μακριά από πολυεστερικά και άλλα τεχνητά υφάσματα. Εκτός από το γεγονός ότι επιβαρύνουν τον πλανήτη εκλύοντας μικροπλαστικά σε κάθε πλύση, πολλές φορές ερεθίζουν το δέρμα, ενώ η αντοχή τους στον χρόνο είναι πολύ μικρή. Βαμβάκι, μαλλί και κασμίρι είναι οι καλύτερες επιλογές.

Συνδυασμοί

Ένα ζιβάγκο είναι ιδανικό για να χαλαρώσει την επισημότητα ενός κοστουμιού και να αναδείξει τα μοτίβα σε ένα sport jacket. Το ίδιο κοστούμι φαίνεται εντελώς διαφορετικό, όταν φοριέται με πουκάμισο και γραβάτα, από όταν φοριέται με ένα ζιβάγκο. Το ζιβάγκο τού δίνει απευθείας έναν πιο casual τόνο. Με τον τρόπο που τυλίγει ομοιόμορφα τον λαιμό, αναδεικνύει το πρόσωπο, προσδίδοντάς του έναν εκλεπτυσμένο «αέρα». Η μινιμαλιστική αισθητική του ζιβάγκο απλοποιεί τα πράγματα, συγκρινόμενη με τον συνδυασμό πουκαμίσου-γραβάτας. Είναι εξαιρετική επιλογή για χειμωνιάτικες εκδρομές, φαγητό με φίλους σε κάποια ταβέρνα και, γενικά, σε περιστάσεις που η γραβάτα κρίνεται «υπερβολική». Δεδομένου ότι φοριέται κάτω από σακάκι, προσπαθήστε να συνδυάσετε το ζιβάγκο με το μαντιλάκι σας, τόσο στο χρώμα όσο και στο υλικό. Όταν φοράτε ένα βαμβακερό ή μάλλινο ζιβάγκο, αποφύγετε τα μεταξένια μαντιλάκια και προτιμήστε μάλλινα ή βαμβακερά για έναν πιο αρμονικό συνδυασμό υφών.

Μονοχρωματικός συνδυασμός, ton sur ton

Είτε με σακάκι, είτε με κοστούμι, ένα ζιβάγκο θα προσθέσει παραπάνω επιλογές στο «οπλοστάσιό» σας. Χρωματικά, μπορείτε να «παίξετε» με αντιθέσεις, συνδυάζοντας ένα σκούρο σακάκι ή κοστούμι με ένα υπόλευκο ή κρεμ ζιβάγκο, αλλά και να κινηθείτε σε πιο μονοχρωματικά μονοπάτια, επιλέγοντας ζιβάγκο της ίδιας χρωματικής «οικογένειας», σε διαφορετική όμως απόχρωση -αυτό που οι Γάλλοι αποκαλούν “ton sur ton”. Ένα ανοιχτό μπεζ ζιβάγκο, συνδυασμένο με ένα καφέ σακάκι ή ένα ανοιχτό γκρι ζιβάγκο, φορεμένο μαζί με ένα σκούρο γκρι σακάκι αποτελούν πολύ κομψές επιλογές. Πειραματιστείτε και αποφασίστε μόνοι σας για το πιο στιλ σάς ταιριάζει περισσότερο.

« Μια εισαγωγή στην κοινωνική λειτουργία της ένδυσης
Ο άρχοντας των γραβατών »