Ο μυστικός κανόνας Δημοσιεύτηκε σε: Ενδύματα
Στην κλασική ανδρική ένδυση, οι κανόνες μπορούν να χωριστούν σε δύο κατηγορίες: στους πρακτικούς και τους εθιμοτυπικούς. Οι πρακτικοί κανόνες καθιερώθηκαν από τους ράφτες. Ένας από αυτούς υπαγορεύει ότι το μανίκι του σακακιού θα πρέπει να τελειώνει σε σημείο που να επιτρέπει να διακρίνονται ένα με δύο εκατοστά της μανσέτας του υποκαμίσου. Καλό είναι να ακολουθείται, καθώς κάνει το σύνολο πιο άρτιο και αυτόν που το φορά κομψότερο, συγκριτικά με κάποιον το μανίκι του σακακιού του οποίου φτάνει στην παλάμη. Οι τεχνίτες ήταν, είναι και θα είναι οι απόλυτοι ειδικοί για θέματα εφαρμογής. Γι’ αυτό και οι συγκεκριμένοι κανόνες έχουν λόγο ύπαρξης.
Στον αντίποδα βρίσκονται οι εθιμοτυπικοί κανόνες, οι οποίοι δεν καθιερώθηκαν με γνώμονα να κάνουν τους άντρες κομψότερους. Τουναντίον, ο σκοπός τους είναι δόλιος, απόκρυφος και πολύ συγκεκριμένος.
Κανόνες όπως: «Δεν φοράμε λευκά ρούχα μετά την πρώτη Δευτέρα του Σεπτεμβρίου» (You can’t wear white after Labor Day, περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε εδώ) και «Δεν φοράμε καφέ ρούχα και παπούτσια εντός πόλεως» (No brown in town) δεν υπαγορεύθηκαν ως απόσταγμα γνώσης και εμπειρίας των ραφτών, αλλά από την «υψηλή κοινωνία» της Αγγλίας, όταν ήταν ακόμη μια αδηφάγα αυτοκρατορία που κάλυπτε εδαφικά πάνω από τον μισό πλανήτη.
Οι άγγλοι λόρδοι, βλέπετε, έχοντας άπειρο ελεύθερο χρόνο, αφού η εργασία γι’ αυτούς ήταν κάτι ντροπιαστικό και κατάπτυστο, διαμόρφωσαν με την πάροδο των ετών έναν μυστικό, εσωτερικό ενδυματικό κώδικα. Γιατί το έκαναν; Μα για να μπορούν να διακρίνουν με μια ματιά αν κάποιος ανήκει στην τάξη τους ή είναι απλά ένας νεόπλουτος που κατάφερε και τρύπωσε σε μια κοινωνική εκδήλωση. Ή ακόμη χειρότερα, ένας πληβείος του υπηρετικού προσωπικού.
Μάλιστα, για να μπορούν να διακρίνονται εύκολα οι σερβιτόροι, η «υψηλή κοινωνία» φρόντιζε πάντα να είναι ενδεδυμένοι επίσημα μεν, λάθος δε. Δεδομένου ότι κάθε ώρα της ημέρας είχε ξεκάθαρους κανόνες για το τι είναι επιτρεπτό να φορεθεί, αλλά και τα ίδια τα ενδύματα τα διείπαν δεκάδες μικρολεπτομέρειες που μόνο οι «εκλεκτοί» γνώριζαν, ήταν σύνηθες να βλέπεις εργαζομένους στην υπηρεσία ενός «ευγενούς» να φορούν άγρια χαράματα επίσημο και αποκλειστικά βραδινό ένδυμα.
Οι κύριοι της αριστοκρατίας διέθεταν μια ολόκληρη γκαρνταρόμπα με tweed σακάκια, κοτλέ παντελόνια και καφέ derby boots για την εξοχή που διατηρούσαν τις επαύλεις τους, μία με business κοστούμια, morning coats και μαύρα cap toe oxfords για τις πρωινές επαφές τους στις πόλεις και μια αποκλειστικά με βραδινές ημιεπίσημες (black tie) και επίσημες (white tie) βραδινές (μετά τις έξι το απόγευμα) εμφανίσεις. Προφανώς, είχαν και τον προσωπικό τους βαλέ για να μεταφέρει και να φροντίζει όλα αυτά τα ρούχα, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία.
Όλες αυτές οι συγκεκριμένες και αυστηρά δομημένες ενδυμασίες, ήταν ουσιαστικά στολές. Στολές για κάθε περίσταση, οι οποίες απαιτούσαν πιστή υποταγή στους κανόνες που τις υπέβαλαν. Ο λόγος για τον οποίο όλοι οι άντρες φορούσαν ακριβώς το ίδιο ένδυμα σε μια επίσημη βραδινή εκδήλωση ήταν -φανερά- η ισότητα. Υποτίθεται ότι η ενδυματική ομοιομορφία των αντρών ήταν μια ιπποτική κίνηση, η οποία επέτρεπε στις κυρίες να λάμψουν με τις τουαλέτες τους. Όμως, ο απόκρυφος λόγος ήταν άλλος: η εύκολη αναγνώριση των «άλλων». Αυτών που δεν ανήκουν στην «υψηλή κοινωνία», αφού δεν έχουν γνώση των κανόνων.
Πριν από λίγο καιρό έπεσα πάνω σε μια φωτογραφία από το 1930, στην οποία απεικονίζεται ένας σερβιτόρος ελβετικού θέρετρου να μεταφέρει, κάνοντας πατινάζ, έναν γεμάτο δίσκο. Πέραν της εξαιρετικής ισορροπίας και του απαράμιλλου στιλ του, κάτι ακόμη κέντρισε την προσοχή μου. Κάτι πήγαινε εντελώς στραβά στη φωτογραφία. Κάτι ήταν τελείως «λάθος».
Δεν θα σας κουράσω, θα το αποκαλύψω ευθύς αμέσως. Παρότι ο πολυτάλαντος επαγγελματίας φορούσε ένα άψογης εφαρμογής tail coat, το σακάκι με ουρές δηλαδή ενός συνόλου white tie (του πιο επίσημου ανδρικού ενδύματος), το είχε συνδυάσει λανθασμένα με μαύρο παπιγιόν και μαύρο γιλέκο αντί λευκών, όπως είναι το σωστό. Πώς είναι δυνατόν, θα μου πείτε. Αποκλείεται να μη γνώριζε τους κανόνες της κλασικής ένδυσης η διεύθυνση ενός αριστοκρατικού θέρετρου της Ευρώπης. Μα ακριβώς επειδή τους γνώριζε είχε υποχρεώσει τον σκληρά εργαζόμενο φίλο μας να ντυθεί «λάθος».
Οι δούκες, οι κόμητες και οι βαρόνοι εκπαίδευαν σχολαστικά και πάντα προφορικά τα τέκνα τους σε αυτούς τους ενδυματικούς κώδικες, ώστε να μη μάθουν τα επτασφράγιστα μυστικά τους οι «χωριάτες νεόπλουτοι». Όσοι έμποροι και βιομήχανοι ήθελαν να έχουν πρόσβαση σε αυτά, συνήθως προσλάμβαναν ξεπεσμένους αριστοκράτες για να τους μεταλαμπαδεύσουν, έναντι αδρής αμοιβής προφανώς, τις πολύτιμες για την προσδοκώμενη κοινωνική άνοδο γνώσεις τους.
Στις ημέρες μας, ευτυχώς, αυτά τα «κάστρα» έχουν πέσει. Η αριστοκρατία της Αγγλίας δεν επιβάλλει πλέον τους κανόνες. Το λευκό χρώμα μπορεί κάλλιστα να φορεθεί τον χειμώνα και τα καφέ παπούτσια έχουν κατακτήσει ολοκληρωτικά τις πόλεις σε όλον τον κόσμο. Το ίντερνετ προσφέρει αφειδώς και δωρεάν γνώσεις σε όσους έχουν την όρεξη να τις αναζητήσουν και το ταπεινό Μονόπετο -θεωρούμε ότι- έχει βάλει ένα λιθαράκι σε αυτό, όσον αφορά την ελληνική πραγματικότητα.
Πλέον, αν λάβετε πρόσκληση για μια εκδήλωση με ενδυματικό κώδικα black tie, δεν χρειάζεται να βρείτε έναν «ευγενή» για να σας διδάξει, αρκεί να κάνετε «κλικ» εδώ για να μάθετε ότι το παντελόνι πρέπει να έχει μόνο ένα μαύρο μεταξένιο κορδόνι ραμμένο στο πλαϊνό γαζί, σε αντίθεση με αυτό του white tie που απαιτεί δύο. Ζήτω το ίντερνετ λοιπόν!